ξύπνησαν πάλι
οι στρόβιλοι
που αναβοσβήνουν
τη ψυχή μου
τυφώνας εικόνων
στο παγωμένο μου κεφάλι
και όλο αναρωτιέσαι
τι άλλο έχω να δω
τέλειωσε άλλη μια κραιπάλη
και πάλι
τι να ναι αυτό που αναζητώ
που θέλω δίπλα του να καίω
σα λαμπάδα περίτρανα
στα βλέμμα της βαθιά να αποκαώ
να τραγουδώ σαν μαύρος καψαλιασμένος κύκνος
πόσο άρρωστα χρόνια έζησα ως άνθρωπος
και πώς οι άνθρωποι αρρωσταίνουν ανθρώπους
και οι άλλοι μισοί αρρωσταίνουν για ανθρώπους
και πως ξεχάσαν το θεό
που έλεγε ο καπετάν Νικόλας
που μας πήγαινε στο πιο όμορφο νησί
Χρυσή καρδιά στα χέρια μου κρατώ
και σαν την ελιά
που μοίραζαν συντροφιά
απάνω στα βουνά
το μαύρο θε να κάψω
να σε φιλώ σαν πέφτει παγωνιά
να σε σβήνω κάθε που θα φλέγεσαι!