Powered By Blogger

Translate

Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Μια πέτρα που ήταν λέει ιερή

Την ίδια ώρα που οι μεγαλουπόλεις θρηνούν τη χαμένη τους αξιοπρέπεια
και χαρχαλεύουν στους κάδους κοιτώντας που και που στα κλεφτά μη τις πάρει κάνα μάτι,
για φαγητό, δωρεάν νερό και όνειρα, έννοιες θαμένες μέχρι πρότινος
κάτω από τόνους μπετό που ξέβρασε μια χρυσή τσέπη,
η επαρχία των νοτίων άκρων, σφίζει από χλειδή, φώτα λαίμαργα,
που ανακατεύουν μερικές φορές ακόμα και το πιο ανεκτικό στομάχι,
κάλπικη και προσωρινή ευτυχία μέσα σε εκθαμβωτικούς και πλουσιοπάροχους γάμους
σείεται από φωνές κακομαθημένων νηπίων,
αδιάφορων εφηβων εθισμένων στην καφείνη και το νοθευμένο αλκόολ,
συνταξιούχων που διαμαρτύρονται μονάχα σε περιπτώσεις όπως όταν για παράδειγμα,
το τρίτο τους πάρκινγκ δεν βολεύει στο ξεπαρκάρισμα,
μια κωμόπολη που μοιάζει σαν χρυσό κουφέτο με γέμιση φυτοφαρμάκου,
θλίψης και ανίας, να την στροβιλίζει με τη πρώτη ευκαιρία ο αδίστακτος αγέρας,
πάνω από μια έφορη γη, κάτω από ήλιο μόνιμο επιστάτη,
μέσα σε διψασμένους ελαιώνες και μερικούς διάσπαρτους αμμουδένιους γολγοθάδες,
αγναντεύουν χορτάτοι οι κάτοικοι την αχαριστία που ξετυλίγεται σαν νάυλον
υμένας που υφαίνει η κοιλιά τους, αφήνοντας ελεύθερες τις γλώσσες να σέρνονται χιλιόμετρα αναζητώντας την επόμενη ραχοκοκαλιά κάποιου θύματος τους,
να τσακίσουν και έπειτα όλοι μαζί κατά τις 11:30 το βραδάκι,
κάθε βράδυ καρμπόν,
ετούτου του δίκαιου καλοκαιριού,
να μαντρωθούν όλοι μαζί ταυτόχρονα και οικειοθελώς,
στα πρόστυχα τσαρδιά τους,
ανάμεσα από οθόνες ψεύτικων ειδώλων και εκφυλισμένων γραβατοφόρων,
που 'χουν κύστες πύον, αντί για καρδιά,
να ξαπλώσουν ύστερα ήσυχοι κάνοντας όνειρα για την επόμενη αγορά τους
στη πλατεία το πρωί,
συγκρίνοντας στους ώμους τους, τα νεογέννητα μωρά τους,
σαν τρόπαια να τα επιδεικνύουν χαμογελαστοί
λες και όλοι μάθαν ξαφνικά πως μόνο εκεί είναι η ευτυχία
και όλοι τρέξαν ξελιγωμένοι να προλάβουν να κάνουν ότι κάναν και οι γείτονες,
μη τους πουν πως μείναν πίσω,
λες και δε ξέρουν πως απόψε τα μεσάνυχτα που μόνος τριγυρνώ,
μέσα σε μια κωμόπολη ανώμαλη και ψεύτρα,
με μια αλήθεια μόνο για να λέω και τη λευτεριά μοναδική μούσα μέσα στο κεφάλι,
πως μείνανε όλοι τους αιώνιοι δεσμώτες,
έρμαια πλάσματα των ίδιων των παθών τους,
των λάγνων υλικών αγαθών τους,
πως δεν υπήρξανε ποτέ
και πως ακόμα και οι κηδείες των κακόγουστων ζωών τους,
είναι καλοστημένα θέατρα, για το θεαθήναι κατασκευασμένα,
άνθρωποι οι πιο πολλοί , στεγνοί, μικροί και απατεώνες,
που ήρθαν σε τούτη την Εδέμ για μια στιγμή και θαρρούν πως θα μείνουν για αιώνες...